- ἐπιγάνυμαι
- ἐπι-γάνυμαι, sich darüber freuen
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
επιγάνυμαι — ἐπιγάνυμαι (Α) λάμπω από χαρά. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + γάνυμαι «λάμπω από χαρά»] … Dictionary of Greek
επιγαννύσκομαι — ἐπιγαννύσκομαι (Μ) επιγάνυμαι … Dictionary of Greek
προσεπιγάνυμαι — Μ χαίρομαι, αγάλλομαι επί πλέον. [ΕΤΥΜΟΛ. < προσ * + ἐπιγάνυμαι «λάμπω από χαρά»] … Dictionary of Greek